Τρία ποιήματα του Θάνου Τσάμπρα «για ζωή και θάνατο»

  


Πίστεψα και δεν πίστεψα

 

Χάραξα και δε χάραξα,

το δρόμο το δικό μου

 

Έλυσα και δεν έλυσα,

το γόρδιο δεσμός μου

 

Ύψωσα και δεν ύψωσα,

στους άλλους τη φωνή μου

 

Τόλμησα και δεν τόλμησα,

να βγω απ΄ το κελί μου

 

Έμαθα και δεν έμαθα,

όλα τα μυστικά σου

 

Πίστεψα και δεν πίστεψα

στην αθωότητά σου

 

Νίκησα και δε νίκησα,

φόβους και ερινύες

 

Νήστεψα και δε νήστεψα,

από τις αμαρτίες

 

Έσωσα και δεν έσωσα,

την άμοιρη ψυχή μου

 

Έζησα και δεν έζησα,

την ίδια τη ζωή μου

 

 

Κόκκινα πέπλα

 

Κόκκινα πέπλα

τα νυφικά φτερά της.

Πλημμύρισαν στο αίμα.

 

Ο κυνηγός που την αγάπησε,

δε θα την μοιραστεί με άλλον.

Με το μαχαίρι γυμνό στο χέρι,

την έσφιξε στην αγκαλιά του.

 

Ύστερα έτρεξε για να κρυφτεί,

θεός να μην τον βλέπει.

 

Λύκος στο δάσος ούρλιαζε

μέρες και νύχτες.

Ο κυνηγός την πέρδικα

θρηνούσε και ζητούσε.

 

Από νεκρούς και ζωντανούς,

άκουσε κι αποκρίθηκε μόνο η Περσεφόνη,

για να του παραγγείλει,

πως μία πισωγύρισε και άλλη δε γυρίζει.

 

Δίκοπη δίνει μαχαιριά

και κείνος στην καρδιά του.

Πάει να βρει την πέρδικα, να την παρηγορήσει.

 

Μα, της αυγής αερικό, πώς να σε συναντήσει;

Εσύ φτεροκοπάς στο φως

και η σκιά του κυνηγού

πλανιέται στο σκοτάδι.

 

 

 

Ραγισμένος Χρόνος

 

«Έλα», μου είπε, «ξάπλωσε

για να ξεκουραστείς.

Τη θέρμη που αναζητάς,

σε μένα θα την βρεις.»

 

Άν ήταν άγγελος σωστός,

ή μήπως κάτι άλλο,

δεν ξέρω, δεν κατάλαβα,

γι’ αυτό και αμφιβάλλω

 

αν όλα αυτά τα έζησα,

ή είχα παραισθήσεις.

Για τα παιχνίδια του μυαλού,

ποιός έχει απαντήσεις;

 

Μα από κείνο το πρωί,

που ράγισε ο χρόνος,

μου έχει γίνει εμμονή

ότι δεν είμαι μόνος,

 

πως κάποιος με καθοδηγεί,

μου γνέφει με λυχνάρι,

για να μου σώσει την ψυχή,

ή για να μου την πάρει.

 

 

* Ποιητής της θλίψης και της ελπίδας, ο Θάνος Τσάμπρας, έχει στο ενεργητικό του τις ποιητικές συλλογές: «Απ΄ τον Παράδεισο απ΄ έξω», «Ραγισμένος Χρόνος», «Πετρολούλουδα» και «Πέμπτη Εποχή των αοράτων».