«Η προδοσία είναι η μόνη αλήθεια που μένει» της Βασιλείας Τσορμπατζόγλου

 


  Υπήρξε  ένας από τους σημαντικότερους αμερικανούς συγγραφείς της μεταπολεμικής γενιάς.  Αποτύπωσε την Αμερική όπως τη γνώρισε και τη βίωσε. Τα έργα του διακρίνονται από μια αξιοθαύμαστη κοινωνική ευαισθησία.  Πικρή συμπόνια απέναντι στον άνθρωπο που μοχθεί και στη θέα ενός άπιαστου ονείρου που καμία εξουσία δεν μπορεί να εγγυηθεί. Όλα αυτά τον  μετατρέπουν σε κάτι περισσότερο από δραματουργό μιας εποχής. Εκπροσωπεί κάθε κοινωνία και κάθε άνθρωπο.

  Στις 10 Φεβρουαρίου έφυγε από τη ζωή ο  Άρθουρ Μίλλερ.

Το 1948 γράφει το αριστούργημά του «Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΑΚΟΥ»  που αργότερα έγινε μεγάλη επιτυχία τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο. Του έφερε παγκόσμια αναγνώριση και θεωρείται από τους κριτικούς το σημαντικότερο δείγμα γραφής της Αμερικάνικης λογοτεχνίας. Απέσπασε τρία βραβεία συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου Λογοτεχνικού βραβείου Πούλιτζερ.

  Επιδίωξή του ήταν να θίξει τις συνέπειες του οικονομικού κραχ στην Αμερική το 1929 με απόηχο την κατάρρευση  των προσδοκιών και τη διάψευση των ονείρων της μέσης αμερικανικής οικογένειας.

  Ένα έργο δραματικό, διαχρονικό, κλασσικό και επίκαιρο με αναφορά σε βαθιές οικονομικές κρίσεις και τις επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων.

  Βαθύτατα κοινωνικό. Ιχνηλατεί τα προβλήματα όχι μόνον του ανθρώπου της Αμερικής αλλά και του παγκόσμιου ανθρώπου με στοιχεία που αντέχουν στο χρόνο.

  Ένας κόσμος που συνεχώς μεταβάλλεται και μεταμορφώνεται αλλά ταυτόχρονα μένει  ίδιος και απαράλλαχτος όπως και οι άνθρωποι με τις αδυναμίες  τους και το φόβο της αλλαγής. Ακροβάτες, ανάμεσα  στο συναίσθημα,  την ανασφάλεια και τον ορθολογισμό. Στον αντίποδα πάντα η γνώση.

Το έργο του Μίλλερ  «Ο θάνατος του εμποράκου» που ξεγύμνωσε το αμερικάνικο όνειρο,  στη σημερινή Ελλάδα της κρίσης, αποκτά αποκρουστική όψη.  Κάνει ολοφάνερο πως ο καθημερινός άνθρωπος στην προσπάθειά του να αγγίξει το όνειρο, μέσα από εξαντλητική εργασία για οικονομική ευμάρεια,  προσωπική και οικογενειακή ευτυχία, συνθλίβεται κάτω από τους κανόνες και τη σκοπιμότητα του καπιταλισμού.

«Η ιστορία,  είχε πει σε συνέντευξη,  αλλάζει μόνον από τις διαθέσεις των πλουσίων.  Ό, τι πλήττει τους πλουσίους αυτού του κόσμου δεν αλλάζει».

  Στο κάδρο έβαλε πολλούς ανθρώπινους χαρακτήρες και συμπεριφορές και ο κάθε θεατής θα βρει  τα στοιχεία και τα ερείσματα εκείνα που θα του επιτρέψουν να κάνει τις δικές του αναγωγές και τους δικούς του παραλληλισμούς.

  Αναφέρεται στους ανθρώπους,  που δεν συνάντησαν τον εαυτό τους  στο διάβα της ζωής.  Στην πικρία αυτών που απώλεσαν την εργασίας τους.  Σε όσους αρνούνται να αποδεχτούν ότι έχασαν  την επαγγελματική  τους ταυτότητα και κατ’ επέκταση  έκλεισε ο κύκλος του εργασιακού τους βίου.

  Σ’ αυτούς  που μια ζωή αγωνιούν και αγωνίζονται να αποθηκεύσουν και στο τέλος έρχονται αντιμέτωποι με την πικρή αλήθεια. Ότι υποθήκευσαν την ίδια τους τη ζωή.

«Δουλεύεις μια ζωή να ξεπληρώσεις ένα σπίτι.  Στο τέλος είναι δικό σου και δεν υπάρχει κανένας να ζήσει σ’ αυτό».  ( Απόσπασμα από το θάνατο του εμποράκου).

Στο έργο του Άρθουρ Μίλλερ, τα παιδιά που είναι αναγκασμένα να ακολουθούν τα όνειρα των γονιών και σε ένα άλλο σημείο του έργου, συμβουλεύει: «Ποτέ μην παλεύεις τίμια με έναν ξένο, νεαρέ. Ποτέ δεν θα βγεις από τη ζούγκλα μ’ αυτόν τον τρόπο».

  Αυτή είναι η μαγεία των θεατρικών συγγραφέων. Η ικανότητά και η τέχνη τους  να μεταφέρουν στο χαρτί τα συναισθήματα που νιώθουν και την οπτική της ζωής απ’ όλες τις πλευρές. Σ τη συνέχεια με τη βοήθεια των ηθοποιών ο θεατής ταυτίζεται με τη στάση και τους προβληματισμούς των ηρώων γιατί διακρίνει τις δικές του σκέψεις που τον τυραννούν και είναι διαχρονικές.

Τέχνη που δεν εξάπτει αλλά καθαίρει τα πάθη.

Μια ομορφιά που κανείς  δεν δέχεται παθητικά.  Η ανύψωση στη λύτρωση και την πνευματική ελευθερία.

Τι ισχύει τελικά ο θάνατος του εμποράκου Ή ο θάνατος του ανθρωπάκου;

Την απάντηση μας την έχει δώσει ο Ανρί Μπεργκσόν:

«Αν η πραγματικότητα άγγιζε απευθείας τις αισθήσεις μας και τη συνείδησή μας αν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε απευθείας με τα πράγματα και με τους εαυτούς μας τότε η τέχνη θα ήταν περιττή ή όλοι θα ήμασταν καλλιτέχνες».

 

Βασιλεία Τσορμπατζόγλου

Εκφωνήτρια ΕΡΤ

Ραδιοφωνική παραγωγός